1952 Henri Matisse
Ποτίζω τις γλάστρες μου
κάποιες θα καούν το καλοκαίρι
και κάποιες δε θα βγάλουν το χειμώνα
θα ξαναγυρίσουν οι εποχές
κι εγώ
πού εγώ;
ανάμεσα στα χρώματα τρικλοποδίζω
δεν έχω μια πινελιά να εμπιστευτώ
στα περίχωρα του Λε Κατώ-Καμπρεζί
το κίτρινο σώμα μου δεν επιτρέπει χαρακτική
ή έστω δοκιμή γεωμετρίας
η άνοιξη που συγκινεί και περιπαίζει τους χρυσοθήρες της
το τεχνητό φως που αρνείται το λευκό και ζωγραφίζει στο μαύρο
ο καλύτερος τρόπος να αναμετρηθείς με την κακοφτιαγμένη εικόνα της
η εξωφρενική ασχήμια στο σώμα της γυμνής της επιφάνειας
η σάρκα και ο πειρασμός
αν ήταν άνοιξη θα κυκλοφορούσε ελεύθερη στο γρασίδι
με την ασάλευτη και παράφορη επιμονή της
να βάφει με κόκκινο τις παπαρούνες της
η τελευταία κι αποφασιστική πινελιά λίγο πριν το απόλυτο σκοτάδι