20 Νοε 2012

το κουτί με την αλήθεια

Στο πεζοδρόμιο θαμμένα τα κόκαλά της
ξύνει τα γένια της απορημένη με τους τρελούς ανέμους που την διαπερνούν
ζούσε με τα παλιόρουχά της, τα κατάφερνε ωστόσο

δεν είμαι εγώ αγαπημένη που σε καλώ να γονατίσεις
τι κάτι παραπάνω θα μπορούσα να γίνω
έγκλειστος στη γοητεία σου που διάφορο δεν έχει
εκτός από κάτι υποσχέσεις για τα κουρέλια που φοράω;

αγνός από έρωτα με τα ξεχειλωμένα ξυλοπάπουτσα χωρίς αφέντη και παραγιό
με το ένα πόδι στο νερό και τ' άλλο στον αέρα
η απουσία μου δε στερεύει τη βροχή που μας ενώνει
ούτε φοβερίζει τη νύχτα με τα χαλασμένα δόντια της που μας κοιτάει λοξά
το πειναλέο βλέμμα της που φοβερίζει τα πράσινα υγρά σου μάτια.

αόρατη σπαθίζει στα τυφλά και κόβει στα δυο τα γινωμένα σπέρματα
μισή ζωή, παράθυρο μισάνοιχτο τα μάτια που σε γύμνωσαν
ο κήπος που ποδοπάτησαν

θα γίνουμε χώμα σιγά σιγά, θα μας πνίξουν οι ρίζες
και ανηλεείς οι καταιγίδες που μας όρισαν
θλιμμένους μάρτυρες των σκοτεινών χρόνων
θα γονατίσουμε σ' έναν αμμόλοφο αγαπημένη
περιμένοντας την ομίχλη που θα μας χωρίσει