17 Ιουλ 2011

όταν η φύση εκδικείται την τέχνη


Ανοίγω τα στραβά κανιά μου και ξανοίγομαι απαράδεκτος από κάθε λιθάρι, άμμο και βράχο πυρωμένο που πατώ. Σαν να μου λένε τι θες εσύ εδώ, εδώ με γέννησαν απαντάω. Το ψέμα χρειάζεται για δυο λόγους: για να φυλαχτείς ή για να ξεγελάσεις. Καμιά φορά επίσης συμβαίνει να έχεις απομακρυνθεί τόσο από σένα ώστε κάθε φορά που προσεγγίζεις το μητρικό σου χώρο, να αισθάνεσαι σαν τον έκπληκτο πρωτευουσιάνο στο πανηγύρι του Αι-Μάμα. Ο λόγος που γεννιέται κανείς είναι ακριβώς ο λόγος για τον οποίο αναρωτιέται. Και τώρα πρέπει ν' αποστηθίσω όλα τα μίγματα του αέρα, τις πατημασιές που σάρωσαν τα κύματα, για να εξασφαλίσω λίγη αξιοπρέπεια που μου επιτρέπει να περπατώ με την άνεση του ανήξερου παιδιού στην αθανασία της σοφίας των βράχων. Και σε μια κόχη που παγιδεύτηκε λίγο θαλασσινό νερό, να εξομολογήσω τα γλιστερά πεζοδρόμια της ζωής μου. Να ξεκαθαρίσω, θέλω να πω, την τελική μου εκλογή, πράγμα που φαντάζει τείχος αδιαπέραστο που υψώνεται απ' τις κλαγγές και τις τσιριμόνιες μιας τυπικής μέρας. Θα μπορούσα επίσης να μιλώ για ώρες για το ά-τεχνο, όπως ο κρεοπώλης που τεμαχίζει επιλεκτικά ένα προϊόν γέννεσης κρατώντας για τον εαυτό του τα πιο νόστιμα κοψίδια.
 Η φύση κάποτε εκδικείται τους άτεχνους εραστές της, με την ασάλευτη καρτερία της.